«Θέλουν να σας κάνουν καλά. Αλλοίμονο, εκεί φτάνει ο παραλογισμός των λογικών. Καλά, δηλαδή να γυρίσετε πίσω, έξω στην τέφρινη πραγματικότητα, να ξαναδήτε πίσω με την κρίσι του ακέραιου μυαλού την πιο αβάσταχτη, την πιο αρμολογημένη αλλόφρονη λογική της ζωής που σκοτώνει την ανθρώπινη καρδιά. [...] Μα τι θα βάλετε στη θέση του οράματος εσείς οι λογικοί; [...] Καλοπροαίρετοι γιατροί μου, αν επιμένετε να με γιατρέψετε από κάτι, γιατρέψτε με από την λογική».

Ρώμος Φιλύρας από το δρομοκαΐτειο

Νύχτα κι η Δόξα, Ονόματα

Η δόξα δεν φτάνει γι όλους, άσε δηλαδή που τρεκλίζει στων
Ψαρών την ολόμαυρη ράχη... κι όσο πιο λίγη τόσο πιο πολλοί
την θέλουν... τι κι αν η Αγαθή τους μιλάει για ένα κόσμο
χαμένο που την πέταξε να ζει... δεν ακούνε... η δόξα είναι
μπροστά τους σε φραγκοδίφραγκα... περνάει και παίρνει
απουσίες στο απουσιολόγιο... παίρνει απουσία ακόμα κι απ' το
νάρκισσο τον ασπρομάλλη πρώτο τραπέζι πίστα... καλύτερα
σκυλάδικο εδώ που τα λέμε... Ότι μετράει είναι αυτό που
φτιάχνει η μνησικακία των μη συμμετεχόντων... πού να
καταλάβουν ότι η παρακμή είναι τόσο βαθειά που έγινε
σύννεφο... από τσιγάρα στη διπλανή αίθουσα... και πως είναι
τόση που στο τέλος αθωώνεται... Να σπρώξεις στη σειρά να
δεις ένα φίλο... να δεις πως αρχίζει η γεροντική φωτογραφία
μας... τα ωραία μουνάκια που υπερέχουν της γραφής τους
πλάι σ' εκείνα που δεν υπερέχουν πια... Είναι τόσο η ποίηση
πρόφαση που μπορεί και να μην υπάρχει... γιατί η ποίηση είναι
για κατά μόνας ανάγνωση... κι όχι το φάντασμα της
ελευθερίας κατά Μπουνιουέλ, όπου χέζουν ομαδόν και τρώνε
κατ΄ιδίαν... μα είναι κι εκείνος ο ζητιάνος έξω που κοιμάται
στον υπνόσακο με το ποτηράκι της ελεημοσύνης... και
περιμένει... ελεύθερος από ποίηση γραπτή... μα πιο κοντά στο
ζωντανό το ποίημα... να ξεκαυλώσει ο κόσμος απ' την
κατανάλωση της παρουσίας του... και απαλά να κάμει την
καλή του πράξη... μ' ένα νόμισμα... γιατί η δόξα τρέφεται από
τη λήθη των ονομάτων και τρέφει τους ζητιάνους έξω από
τους ναούς της ποίησης... Και είναι τόσο τρυφεροί οι φίλοι
μου που ρωτάν για τα παιδιά... έχουν τόσο απαλά πρόσωπα
στο φιλί πια... που αγγίζουν ένα κατερχόμενο θερμόμετρο
φιλοδοξίας ως το μηδέν του ανθρώπου... που από ζώντας δεν
έχει την ανάγκη για να γράφει πια... Να με κατηγορείτε... που
δεν σας κάλεσαν... κι όχι γιατί έχω στα χέρια μου το μέλι σας
και δεν το γλείφω... Πρόλαβα και πέρασα και πίσω κλείσαν τα
νερά μαζί σας... Τόσο τρυφερά.


Γιώργος Μίχος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου