Αιώνιους κύκλους κάνεις στο χαρτί
αποφεύγοντας τις μετακινήσεις ανάμεσα σε άγγελους και σωρούς από πυρωμένα κόκαλα.
Σου έλεγα πάντα, (δεν είναι όλα όπως φαίνονται, μαγειρεμένα υλικά είναι και γνωστές οι προθέσεις).
Κι εσύ γυναίκα στον καθρέφτη πάντα επέμενες να βλέπεις μόνο αυτά που εξυπηρετούσαν την αθωότητα και τα μέρη της ομορφιάς.
Πολλές όμως ήταν οι φορές που μαζί ασφυκτιούσαμε στοιβαγμένες άτακτα σε κάποιο αμπάρι πλοίου,
θυμάσαι;
Έτριζε από κάτω η θάλασσα και οι φυκιώνες,
μα πάνω από όλα έτριζαν τα πέπλα της αλήθειας και τα μάτια που μας κοίταζαν.
.........................
Μικρό κορμί φοβήθηκες το μίσος των κοντινών ανθρώπων κι έβγαλες νύχια να μας υπερασπιστείς,
ψήλωσες ως το ταβάνι να αποφύγεις το αρσενικό λιοντάρι που ντυνόταν ένας συγγενής αρουραίος.
Μα δεν αποφύγαμε ποτέ το μοιραίο που έκρυβαν οι μέρες οι σκοτεινές.
........................
Ο πόνος κι η απόλαυση μαζί περπατούν,
αντίκρυ,
μαζί βλέπουμε αυτούς που γράφουν αυτά που δεν τολμούν να ζήσουν,
αυτούς που ζούν τα ποιήματα που δεν τολμούν να γράψουν.
Κάπου ανάμεσα βρήκαμε θυμάσαι; Τον κήπο της λήθης.
.......................
Πολλές φορές σε ονόμασα αγάπη,
ήθελα να αποφασίσω το φως της ημέρας και τους ρόλους των θεατών,
ο πρώτος ρόλος ήταν κάτω από την πούδρα μιας πόρνης ηλικιωμένης,
ο δεύτερος ανήκε στους πατέρες που ξένοι ήταν κι όμορφοι.
.........................
Η αγάπη πάντα μας έφερνε απάνω στο χωνευτήρι των οδύνων,
γένναγε ολοένα παιδιά στον Δία, αυτός τα έκανε αστραπές και βροχή,
τα παιρνε μετά η Αστάρτη και τα βόλταρε ως τον Άδη,
αυτός πάντα ξεγελούσε την απουσία του πόνου και τα κράταγε κοντά του.
.......................
Η γυναίκα στον καθρέφτη δεν φοβήθηκε να χαράζει ιστορίες στα πατώματα,
πότε με λέξεις,
πότε με νότες και στροφές,
τελευταία την είδα να στέκεται απέναντι μου,
με ρώτησε αν φοβάμαι να δω μαζί της τις περασμένες μου ζωές.
......................
Είπα όχι, αλλά γρήγορα σκέφτηκα κι είπα καλύτερα θα ταν να βρω εδώ ,πίνοντας μέλι και θειάφι,
όλα που κρύβονται κάτω από αυτά που φέρνω από την εποχή που ζούσα ως ψάρι.
Κι έγινα γυναίκα-ψάρι
εγώ, εγώ που πάντα θαύμαζα τις γάτες.
Και αφήνω την ζωή,
ανακατεύει αλχημιστικά υλικά και μου δίνει,
τα φοράω στα μάτια, εννίοτε κάτω από την γλώσσα,
περιμένω να μου αποκαλύψει εκείνη κάτω από τα νεφελώματα όλα τα μυστήρια της ζωής.
.........................
Η αλήθεια είναι πως συνεχώς μου αποκαλύπτει
τα πιό συγκλονιστικά μυστικά όμως βρίσκονται κάτω από την χοάνη της αγάπης.
Πόπη Συνοδινού
αποφεύγοντας τις μετακινήσεις ανάμεσα σε άγγελους και σωρούς από πυρωμένα κόκαλα.
Σου έλεγα πάντα, (δεν είναι όλα όπως φαίνονται, μαγειρεμένα υλικά είναι και γνωστές οι προθέσεις).
Κι εσύ γυναίκα στον καθρέφτη πάντα επέμενες να βλέπεις μόνο αυτά που εξυπηρετούσαν την αθωότητα και τα μέρη της ομορφιάς.
Πολλές όμως ήταν οι φορές που μαζί ασφυκτιούσαμε στοιβαγμένες άτακτα σε κάποιο αμπάρι πλοίου,
θυμάσαι;
Έτριζε από κάτω η θάλασσα και οι φυκιώνες,
μα πάνω από όλα έτριζαν τα πέπλα της αλήθειας και τα μάτια που μας κοίταζαν.
.........................
Μικρό κορμί φοβήθηκες το μίσος των κοντινών ανθρώπων κι έβγαλες νύχια να μας υπερασπιστείς,
ψήλωσες ως το ταβάνι να αποφύγεις το αρσενικό λιοντάρι που ντυνόταν ένας συγγενής αρουραίος.
Μα δεν αποφύγαμε ποτέ το μοιραίο που έκρυβαν οι μέρες οι σκοτεινές.
........................
Ο πόνος κι η απόλαυση μαζί περπατούν,
αντίκρυ,
μαζί βλέπουμε αυτούς που γράφουν αυτά που δεν τολμούν να ζήσουν,
αυτούς που ζούν τα ποιήματα που δεν τολμούν να γράψουν.
Κάπου ανάμεσα βρήκαμε θυμάσαι; Τον κήπο της λήθης.
.......................
Πολλές φορές σε ονόμασα αγάπη,
ήθελα να αποφασίσω το φως της ημέρας και τους ρόλους των θεατών,
ο πρώτος ρόλος ήταν κάτω από την πούδρα μιας πόρνης ηλικιωμένης,
ο δεύτερος ανήκε στους πατέρες που ξένοι ήταν κι όμορφοι.
.........................
Η αγάπη πάντα μας έφερνε απάνω στο χωνευτήρι των οδύνων,
γένναγε ολοένα παιδιά στον Δία, αυτός τα έκανε αστραπές και βροχή,
τα παιρνε μετά η Αστάρτη και τα βόλταρε ως τον Άδη,
αυτός πάντα ξεγελούσε την απουσία του πόνου και τα κράταγε κοντά του.
.......................
Η γυναίκα στον καθρέφτη δεν φοβήθηκε να χαράζει ιστορίες στα πατώματα,
πότε με λέξεις,
πότε με νότες και στροφές,
τελευταία την είδα να στέκεται απέναντι μου,
με ρώτησε αν φοβάμαι να δω μαζί της τις περασμένες μου ζωές.
......................
Είπα όχι, αλλά γρήγορα σκέφτηκα κι είπα καλύτερα θα ταν να βρω εδώ ,πίνοντας μέλι και θειάφι,
όλα που κρύβονται κάτω από αυτά που φέρνω από την εποχή που ζούσα ως ψάρι.
Κι έγινα γυναίκα-ψάρι
εγώ, εγώ που πάντα θαύμαζα τις γάτες.
Και αφήνω την ζωή,
ανακατεύει αλχημιστικά υλικά και μου δίνει,
τα φοράω στα μάτια, εννίοτε κάτω από την γλώσσα,
περιμένω να μου αποκαλύψει εκείνη κάτω από τα νεφελώματα όλα τα μυστήρια της ζωής.
.........................
Η αλήθεια είναι πως συνεχώς μου αποκαλύπτει
τα πιό συγκλονιστικά μυστικά όμως βρίσκονται κάτω από την χοάνη της αγάπης.
Πόπη Συνοδινού
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου