Διαβάστε ή κατεβάστε εδώ το ένατο βιβλίο της σειράς "εν-καινώ" με τίτλο: "Ανάμεσα σε δύο
θλίψεις κι εφτά νύξεις" του Βαλάντη Βορδού.
------------------------------------------------
Πρόλογος.
Ακόμη κι αν «η μισή Ρίτα δεν έπεφτε στο μπαρ», ακόμη
κι αν εγώ δεν χρειαζόταν να παραβιάσω μια σειρά «ψυχαναλυτικών» κανόνων,
γράφοντας για την ποίηση του Βαλάντη Βορδού, είναι βέβαιο, πως εκείνος θα
άνοιγε την πόρτα του συνεργείου του. Η ποίηση του Βαλάντη Βορδού είναι
συνεργείο. Είναι και γκρεμός. Είναι και ένα ενεργειακό κλαμπ στο dοwn tοwn. Σε
παίρνει από το χέρι και σε ξεναγεί ανάμεσα σε κακόφημα στέκια, κοιμητήρια,
φούρνους, καταγώγια, σε απεγνωσμένο δωμάτιο που το πιστεύεις! Πάνω του περνάει
ένας αλλόκοτος σχηματισμός μαύρων ερωδιών. Στέκεσαι, απροσδόκητα έκθαμβος,
μπροστά σε κάτι του στερεώματος που ως τώρα δεν σου είχε αποκαλυφθεί. Μέσα σ’
αυτό το συνεργείο, γεννιέται μάλλον ένα καινούριο πλάσμα (αίματος), για να
ριχτεί στα ριζά του γκρεμού ένα εξίσου ολοκαίνουριο ποιητικό σώμα. Σε
κατακλύζει σφοδρό, σε πάει ένα βήμα πιο μέσα, πολλά βήματα πιο μέσα. Σε
προχωράει στη ζωή, με τη λύπη και ταυτόχρονα τη χαρά, του χαραγμένου. Η τύχη
είναι, πως, σχεδόν, ανταμώνεις με την αιωνιότητα…Πλησιάζεις, τόσο κοντά, σ’
αυτή την αλκοολούχο γαία που αναρριγείς από το δέος. Ο ποιητής, συρραφέας
ερήμου, σε βυθίζει στο πηγάδι της Περσεφόνης για να σου δωρίσει απλόχερα το
πέταγμα, την ακριβώς επόμενη στιγμή, ενισχύοντας τη δυναμική του
φτερουγίσματος, με στίχους άλλης διάστασης. Θέλω να πω, διαβάζοντας, περνάς
αναπόφευκτα σε μια άλλη διάσταση.
Αναγνώστης εν παραφορά στη διάσταση της ξαστεριάς.
Δίχως κανένα
ωραιολογικό στοιχείο, αλλά εμμένοντας στον ακόσμητο προφορικό λόγο, η γνωριμία
σου με τους ήρωες, τα κινηματογραφικά πλάνα στο μπαρ, τα συνθετικά σκηνικά από
το φούρνο στο κοιμητήριο, από το μπαρ στο δωμάτιο, θα μπορούσαν να είναι το
ζενερίκ για μια εισαγωγή στην ποιητική του άτεγκτου «ασκητισμού».
Μυείσαι, στίχο το στίχο, στην αρχαία πάλη που
ιχνογραφείται άμεσα, στέρεα, καθαρά, ανάμεσα στο ορατό και στο αόρατο, στο
δυνατό και στο αδύνατο, στην ύλη και στο άυλο. Βιογραφώντας τις συγκρούσεις,
τις εμμονές, τις επαναστάσεις, τις ταραχές, τις ευχές, τη φυγή, η ποίηση του
Βαλάντη Βορδού αντιδρά πότε ήπια και πότε επιθετικά, στο τέλος γενναία,
διεκδικώντας το σθεναρό και τρυφερό της σώμα.
Σώμα, με παλμό, ρυθμό, εσωτερικότητα. Κινείται όπως το
τρένο σ’ ένα ασίγαστο δρομολόγιο από τη ζωή στο θάνατο και πίσω… στην πλωραία
ζωή. Η εναλλαγή από το σκοτεινό στο φωτεινό, από τη σιωπή στο θόρυβο, δείχνει
τον κόσμο τραυματισμένο και εν μέρει αντίρροπο, που χρειάζεται περιποιητική
περίθαλψη. Αυτό ακριβώς κάνει η ποίηση του Βαλάντη. Περιθάλπει. Θεραπεύει.
Ζεσταίνει. Σε μαλακώνει και κυρίως σε κρατά ζωντανό.
Μια μαγική μεταφορά στίχων σε κάτι άλλο, διαφορετικό
και ταυτόχρονα όμοιό τους.
Κάτι σαν το Τράβελλινγκ του Ταρκόφσκι στον Αντρέι
Ρουμπλιόφ. Η κάμερα ξεκινάει από τον καταδότη κι όταν επιστρέφει στην αρχική
θέση, μετά από περιστροφή 36O μοιρών, εκείνος λείπει από το δωμάτιο. Άλλοτε,
ναυαγοσώστης αναμνήσεων. Από το ένα ποίημα ως το άλλο υπάρχει εγκλωβισμένος
χρόνος όπως εκείνος που έδειχναν οι καθρέφτες του Τσόκλη σε κάποιο ερημωμένο
χωριό της Τήνου. Χρόνος του έρωτα, της αγάπης, της απώλειας και του πένθους
της, χρόνος ύπαρξης. Η ύπαρξη. Διαμπερή ως τραύματα τα ποιήματα, σώζονται στο
αλκοόλ, στη μουσική, στο κάπνισμα, στη φασαρία.
Νιώθεις και την αμηχανία. Ωραία αίσθηση. Σύνορο της
παιδικής αθωότητας.
Διαβάζοντας, η
επιθυμία είναι ένα ταξίδι σε κάποια ίσως περιθωριακή πόλη του διαστήματος…μια
σοφίτα με ανοιχτά παράθυρα… τι άλλο; Ένας εαυτός που ταξιδεύει, ο άλλος που
επιστρέφει, κι ένας τρίτος που επιχειρεί να εξηγήσει. Πρόσωπα, όπως στην
ιστορία του Πάβιτς, που η Ατέχ, πριγκίπισσα που μπορούσε να ονειρευτεί μόνο στο
διάστημα που ανοιγόκλειναν τα βλέφαρά της. Να κοιμηθεί…Ή να κλάψει. Να επιτεθεί
όπως η Άτροπος…η πεταλούδα του θανάτου…
Εκείνο που μένει
είναι η γεωγραφία της ποίησης. Στον απόηχό της, υπάρχουν φορές που κλαις, που
γελάς, καθώς η γραφή υπερβαίνει το όριο της «διακριτικότητας», του κόσμου
ολόκληρου.
Τα πιο σημαντικά…αποσιωπητικά. Τα ποιήματα είναι
ελευθερίας κι εγκλωβισμού. Προετοιμάζουν μια μοναξιά ή έρχονται απ’ αυτήν,
σκέφτομαι, όπως ακούω τους ήχους του συνεργείου. Σόλο, τα γαλλικά κλειδιά
σήμερα, και μπορεί αφορμές για ένα άλλο ποίημα. Διαλύεσαι κιόλας, στίχο με
στίχο, όπως στα πειράματα του Μέιμπριτζ.
Ανέλαβε το
συνεργείο. Ανέλαβε και τον γκρεμό. Χρειάζεται να μπορεί να ανασαίνει ακόμη κι
αν είναι πεπεισμένος ότι δεν πρόκειται ποτέ να κόψει το τσιγάρο.
Ποιήματα-αποφθέγματα Σούφι, ίσως, λέω, σχεδιάζουν ένα μέλλον, που αρχίζεις να
το φαντάζεσαι ακόμη κι όταν λείπεις από αυτό.
Από τότε που «ο αέρας στα μάτια της έγινε δάκρυ στα
σώματα των αγαλμάτων», μέχρι που, «αγκαλιασμένος από το αίμα της νοσταλγίας»,
πικραίνεσαι, κόβεσαι, ραγίζεις, σπας αλλά συγχωρείς, επικαλείσαι το αγωνιώδες
και συγχρόνως εξιλαστήριο ποιητικό έργο. Και αυτό είναι ένας πολύ σημαντικός λόγος, μια ανάγλυφη κραυγή στα
σπλάχνα, που δοξάζει την ύπαρξη.
Είμαι σίγουρη πως
κάποτε, πολύ σύντομα, θα νιώθω περήφανη που μίλησα για την ποίηση του Βαλάντη
Βορδού. Παρότρυνση για οικολόγους των αισθημάτων σε συναισθηματικούς βιότοπους.
Όχι πάντοτε ευθέως, αλλά με αφορμή και υπονοώντας τα, είναι ό, τι πιο σπουδαίο
για να κοιμάσαι χωρίς κανένα βάρος ή να ξαγρυπνάς χωρίς κανένα βάρος, όπως την
πρώτη φορά που άκουσες ροκ μπαλάντες των Κινκς.
Ποιητής στο σημείο του αναπάντητου, ή της άρσης, του
επιλόγου που λείπει, σου
δείχνει τον γκρεμό με σιωπή κι είναι σαν να σου λέει:
εκεί είναι, αν έχεις κότσια, πέφτεις μέσα.
Χαριτίνη Ξύδη.