Πολλές φορές οι ναυτικοί, την ώρα να περνάνε,
πιάνουν τους άλμπατρους -πουλιά της θάλασσας τρανά-
που ράθυμα, σα σύντροφοι του ταξιδιου, ακλουθάνε
το πλοίο που μες στα βάραθρα γλυστράει, τα πικρά.
Μα μόλις σκλαβωμένα κει στη κουπαστή τα δέσουν,
οι βασιλιάδες τ' ουρανού, σκυφτοί κι άχαροι πια,
τ' άσπρα μεγάλα τους φτερά τ' αφήνουνε να πέσουν,
και στα πλευρά τους θλιβερά να σέρνουνται κουπιά.
Αυτοί που 'ν' τόσον όμορφοι, τα σύννεφα σα σκίζουν,
πώς είναι τώρα κωμικοί κι άσκημοι και δειλοί!
'Αλλοι με πίπες αναφτές τα ράμφη τους κεντρίζουν,
κι άλλοι, για να τους μιμηθούν, πηδάνε σα κουτσοί.
Μ' αυτούς τους νεφοπρίγκηπες κι ο Ποιητής πως μοιάζει!
δε σκιάζεται τις σαϊτιές, τις θύελλες αψηφά·
μα ξένος μες στον κόσμο αυτό που γύρω του χουγιάζει,
σκοντάφτει απ' τα γιγάντιά του φτερά σα περπατά.
Σαρλ Μπωντλαίρ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου